Είσοδος

13.06.2024

Τ.Ν.Π Ο ΣΟΛΩΝ- Έκδοση Ακάλυπτης Επιταγής –  Ύπαρξη Κοινού Δόλου Αναιρετική Διαδικασία 

1.Έκδοση Ακάλυπτης Επιταγής –  Ύπαρξη Κοινού Δόλου

Αναιρετική Διαδικασία  (κατ΄ άρθρ.  510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ ΚΠΔ)

 

Σιωπηρή Απόρριψη Αιτήματος Αναβολής ή Διακοπής από τον Εισαγγελέα

με σκοπό την Γραφολογική Πραγματογνωμοσύνη

Αναίρεση κατόπιν Αιτήσεως του Κατηγορουμένου

 

2. Αντικειμενική και Υποκειμενική Υπόσταση του Αδικήματος

Κατάργηση του «εν γνώσει» στοιχείου  

 

Έκδοση Ακάλυπτης Επιταγής –  Ύπαρξη Κοινού Δόλου

 

Αναιρετική Διαδικασία  (κατ΄ άρθρ.  510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ ΚΠΔ)

 

Σιωπηρή Απόρριψη Αιτήματος Αναβολής ή Διακοπής από τον Εισαγγελέα με σκοπό την Γραφολογική Πραγματογνωμοσύνη

 

Αναίρεση κατόπιν Αιτήσεως του Κατηγορουμένου

 

κατά Καταδικαστικής Απόφασης για την αξιόποινη πράξη της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής λόγω έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και της απόλυτης ακυρότητας της διαδικασίας (510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ και Α’ ΚΠΔ)

 

δεν αποτελεί παράλειψη της εισαγγελέως να αποφανθεί επί του αιτήματος αναβολής ή διακοπής της δίκης επί σκοπού γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης  καθ΄όσον με την με την συνολική πρόταση επί της ενοχής εμπεριέχεται σιωπηρή απόρριψη του αιτήματος.   

 

 Απορρίπτει την αναίρεση του κατηγορουμένου, για αναίρεση λόγω έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας (510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ ΚΠΔ), αφού δεν αποτελεί λόγο αναίρεσης η συνδρομή ή μη του δόλου, διότι αυτός ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και αποδεικνύεται, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, από την πραγμάτωση των περιστατικών αυτών και η σχετική με αυτόν αιτιολογία εμπεριέχεται στην κύρια επί της ενοχής αιτιολογία, μόνο δε όταν αξιώνονται πρόσθετα στοιχεία για την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος και συγκεκριμένα είτε η εν γνώσει ορισμένου περιστατικού τέλεση της πράξης (άμεσος δόλος), είτε η επιδίωξη ορισμένου περαιτέρω σκοπού (έγκλημα υπερχειλούς υποκειμενικής υπόστασης), ο δόλος απαιτεί ιδιαίτερη αιτιολογία. Τέτοια στοιχεία, όμως, δεν αξιώνονται πλέον από το νόμο στην περίπτωση του εγκλήματος της έκδοσης ακάλυπτης. Δεν πρόκειται περί παράλειψης υποβολής πρότασης από τον Εισαγγελέα της έδρας επί του αιτήματος αναβολής ή διακοπής της δίκης, προκειμένου να διενεργηθεί γραφολογική πραγματογνωμοσύνη, αφού στη συνολική του πρόταση επί της ενοχής εμπεριέχεται οπωσδήποτε, σιωπηρώς, και πρόταση για απόρριψη αυτού και συνεπώς δεν δημιουργεί καμία απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο, λόγω της ως άνω παράλειψης

 

 

Αντικειμενική και Υποκειμενική Υπόσταση του Αδικήματος

 

Κατάργηση του «εν γνώσει» στοιχείου   

             

Για την στοιχειοθέτηση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής απαιτείται να συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: 1) έκδοση τυπικά έγκυρης επιταγής, δηλαδή να αποτυπώνονται όλα τα τυπικά στοιχεία που προβλέπονται στο νόμο, 2) υπογραφή του εκδότη, στην οικεία θέση υπογραφής του εκδότη, αδιαφόρως αν η επιταγή εκδίδεται για ατομικό του χρέος ή για χρέος άλλου ή εταιρείας που εκπροσωπείται από αυτόν, 3) εμπρόθεσμη εμφάνιση της επιταγής προς πληρωμή και 4) έλλειψη αντίστοιχων διαθέσιμων κεφαλαίων στον πληρωτή, κατά το χρόνο της έκδοσης ή της πληρωμής, υποκειμενικά δε γνώση και θέληση των στοιχείων της πράξης, δηλαδή της έκδοσης επιταγής, που είναι ακάλυπτη.

 

Απαλοιφή του «εν γνώσει» στοιχείου που έθετε ο Ν.5960/1933 και έτσι ο αρκεί ο εκδότης να τελεί υπό κοινό δόλο ακόμη δε και ενδεχόμενο

 

Συνεπώς, για την στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υπόστασης του αδικήματος αρκεί ο απλός δόλος χωρίς να απαιτείται η ύπαρξη του άμεσου δόλου, με την έννοια της εν γνώσει τέλεσης της πράξης

 

Εφόσον απαλείφθηκε το “εν γνώσει” της προηγούμενης του Ν.1325/1972 ρύθμισης, προκύπτει ότι το έγκλημα της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής είναι τυπικό και για τη στοιχειοθέτησή του απαιτείται, αντικειμενικά μεν: 1) έκδοση τυπικά έγκυρης επιταγής, δηλαδή συμπλήρωση επί του εντύπου της επιταγής των στοιχείων που προβλέπονται στο νόμο, 2) υπογραφή του εκδότη, στην οικεία θέση υπογραφής του εκδότη, αδιαφόρως αν η επιταγή εκδίδεται για ατομικό του χρέος και σύρεται επί προσωπικού του λογαριασμού ή για χρέος άλλου ή εταιρείας που εκπροσωπείται από αυτόν και σύρεται επί προσωπικού λογαριασμού του άλλου ή της εταιρείας, 3) εμπρόθεσμη εμφάνιση της επιταγής προς πληρωμή, περίπτωση που συντρέχει, όταν αυτή εμφανισθεί στην πληρώτρια τράπεζα εντός οκτώ (8) ημερών από την επομένη της έκδοσής της (άρθρο 29 σε συνδυασμό με το άρθρο 56 του ως άνω νόμου “περί επιταγής”) και 4) έλλειψη αντίστοιχων διαθέσιμων κεφαλαίων στον πληρωτή, κατά το χρόνο της έκδοσης ή της πληρωμής, υποκειμενικά δε γνώση και θέληση των στοιχείων της πράξης, δηλαδή της έκδοσης επιταγής, που είναι ακάλυπτη. Ειδικότερα, με τη νέα ρύθμιση, αναφορικά με την υποκειμενική υπόσταση του παραπάνω εγκλήματος, αρκεί ο απλός (ή ενδεχόμενος) δόλος και δεν απαιτείται άμεσος δόλος, με την έννοια της εν γνώσει ορισμένου περιστατικού τέλεσης της πράξης. Με βάση τις παραπάνω προϋποθέσεις και το σκοπό της διάταξης του ως άνω άρθρου, σαφώς προκύπτει, ότι δράστης (αυτουργός) του εγκλήματος της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής μπορεί να είναι μόνον ο “εκδίδων” επιταγή χωρίς αντίκρισμα, δηλαδή αυτός που πραγματοποιεί την επί του τίτλου δήλωση βούλησης (υπογράφει το έγγραφο της επιταγής) και θέτει αυτό σε κυκλοφορία, ανεξάρτητα από το πρόσωπο, για το οποίο επέρχονται οι έννομες συνέπειες, που απορρέουν από αυτή. Με τις παραδοχές αυτές, οι οποίες διαλαμβάνονται στο σκεπτικό σε συνδυασμό με όσα αναφέρονται στο διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης, που παραδεκτά αλληλοσυμπληρώνονται, η εν λόγω απόφαση περιέχει την επιβαλλόμενη, κατά τα άνω, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, με παράθεση όλων των στοιχείων, που απαρτίζουν τη νομοτυπική μορφή του εγκλήματος τούτου, οι αποδείξεις, που τα θεμελιώνουν, καθώς και οι συλλογισμοί, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή των περιστατικών αυτών στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 1α’, 27 παρ1 του ΠΚ και 79 παρ. 1 του Ν. 5960/1933, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ΝΔ 1325/1972, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφήρμοσε και ουδόλως παραβίασε με ασαφείς, ελλιπείς ή αντιφατικές αιτιολογίες και έτσι δεν στέρησε την απόφαση από νόμιμη βάση. Η ειδικότερη αιτίαση του αναιρεσείοντος ότι το Δικαστήριο της ουσίας δεν ήλεγξε τη βασιμότητα του αρνητικού της κατηγορίας ισχυρισμού του ότι δεν ήταν αυτός ο υπογράφων στη θέση του εκδότη την ένδικη επιταγή και δεν περιέλαβε στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης απόφασής του την παραμικρή σκέψη, από την οποία να προκύπτει ότι είναι πράγματι ο εκδότης αυτής, είναι αβάσιμη, καθόσον το Δικαστήριο δέχθηκε με σαφήνεια ότι ο κατηγορούμενος είναι αυτός που εξέδωσε, δηλαδή υπέγραψε την επίδικη επιταγή με την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας. Ειδικότερα, για την αιτιολογία της κρίσης του Δικαστηρίου της ουσίας ότι ο αναιρεσείων είχε εκδώσει την επίδικη επιταγή αρκούσαν η έκδοση της επιταγής αυτής και το γεγονός ότι ο αναιρεσείων ήταν νόμιμος εκπρόσωπος της εκδότριας εταιρείας, τα γεγονότα δε αυτά κατά τις παραδοχές της απόφασης ουδέποτε αμφισβητήθηκαν από τον κατηγορούμενο με την επίκληση της απώλειας ή της πλαστογραφίας της επιταγής.

 

Απορρίπτει την αναίρεση του αιτούντος 

 

 

Απόφ. ΑΠ

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

Μέγεθος Γραμματοσειράς