ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ ΜΙΧ στα ΧΑΝΙΑ 9.2012
ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ ΜΙΧ στα ΧΑΝΙΑ 9.2012
ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΕΔΡΩΝ ΤΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ
ΕΙΣΗΓΗΣΗ
Μιχαήλ Επαμ. Ζαφειρόπουλου
Γεν. Γραμματέα Δ.Σ.Α.
Σεπτέμβριος 2012
Έχω και παλαιότερα τοποθετηθεί ενώπιον της Ολομέλειάς σας σχετικά με την ανάγκη εκσυγχρονισμού του συνδικαλιστικού μας γίγνεσθαι και εκφράζω και πάλι τη βαθιά μου πεποίθηση, ότι ο δρόμος αυτός περνάει μέσα από έναν Κώδικα σύγχρονο, όπως αυτόν που φιλοδοξούμε πιστεύω οι περισσότεροι σε αυτήν την αίθουσα να συνδιαμορφώσουμε.
Είναι προφανές, πως η διαδικασία ανάδειξης της συνδικαλιστικής μας ηγεσίας καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την απάντηση στο ερώτημα που πολλές φορές μας απασχολεί.
Τί συλλόγους θέλουμε.
Τί συνδικαλισμό θέλουμε.
Θέλουμε συλλόγους που θα διοικούνται από παρατάξεις; Θέλουμε κομματικούς εκλεκτούς; Θέλουμε προσωπικότητες που να διακρίνονται για την επαγγελματική τους πορεία; Θέλουμε ικανούς συνδικαλιστές με κύρος;
Τι θέλουμε;
Νομίζω ότι όσοι σκέφτονται να απαντήσουν τώρα στο ερώτημά μου, με ευκολία θα τοποθετηθούν στην ανάγκη να αναδεικνύονται στη συνδικαλιστική μας εκπροσώπηση προσωπικότητες με κύρος και δυνατότητα παρέμβασης στις τοπικές κοινωνίες.
Πράγματι η θεσμική εμβέλεια των αιρετών μας οργάνων μπορεί να καταξιώνεται μόνο από προσωπικότητες χωρίς κομματικές ή άλλες εξαρτήσεις και έχει ευτυχήσει το δικηγορικό σώμα μέχρι σήμερα, με ελάχιστες εξαιρέσεις, να εκπροσωπείται από συναδέλφους που ανταποκρίνονται στις προσδοκίες του.
Οι εποχές αλλάζουν. Η κοινωνία των δικηγόρων τα τελευταία χρόνια έρχεται να επιβάλει την ανάγκη των συγκλήσεων. Έχουν εκλείψει οι συγκρούσεις του παρελθόντος με αφετηρία πολιτικές, ιδεολογικές ή ακόμα και κομματικές καμιά φορά επιλογές.
Οι συνάδελφοι εκφράζουν πλέον μία ανατρεπτική, αντισυστηματική διάθεση, που φτάνει πολλές φορές να είναι και άδικη στην έντασή της απέναντι σε πρόσωπα που στο παρελθόν ταυτίστηκαν κακώς με πρόσωπα και καταστάσεις σε μία ισοπεδωτική αντίληψη για το ποιος φταίει για μία πραγματικότητα δικηγορική που δεν δικαιώνει τα οράματα, τις θυσίες και τέλος ακόμα και τις βιοποριστικές ανάγκες του μέσου συναδέλφου.
Γι αυτό πιστεύω πως αυτή η διάθεση που εκφράζεται σε όλες τις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις πρέπει να μας προβληματίσει θετικά, γιατί μπορεί μέσα από ένα νέο εκλογικό περιβάλλον, να δώσει τον αέρα της ανανέωσης στο συνδικαλιστικό μας κίνημα, όχι μόνο σε πρόσωπα – που πάντα τα έχει ανάγκη – αλλά και σε νέες αντιλήψεις και νοοτροπίες, στα κριτήρια επιλογής.
Εδώ και χρόνια, τουλάχιστον στην Αθήνα που δρω συνδικαλιστικά, ακούω τους πάντες, μα τους πάντες, να εκφράζονται για την ανάγκη ανάδειξης στα συνδικαλιστικά μας όργανα των καλύτερων. Ανεξάρτητα από την πολιτική ή ιδεολογική τους αφετηρία.
Και οι συγκλήσεις που επιβάλλουν οι συνάδελφοι, που σοφά δεν δίνουν πλειοψηφία σε καμία παράταξη, αναδεικνύουν όσους έχουν διάθεση προσφοράς, συνδικαλιστικό λόγο, θετική παρουσία.
Πρέπει λοιπόν αυτό να μπορεί να εκφραστεί πρωτογενώς και στην κάλπη.
Να ικανοποιήσουμε την ανάγκη των συναδέλφων να επιλέγουν απευθείας τους εκπροσώπους τους, χωρίς περιορισμούς στα πλαίσια της υποχρεωτικής επιλογής μίας παράταξης, που μπορεί να διαμορφώνεται εξυπηρετώντας άλλες ανάγκες, άλλες αντιλήψεις των επικεφαλής ή ακόμα και ευκαιριακές αντιπαραθέσεις ή συγκλήσεις που αφορούν προσωπικές επιλογές ή συγκρούσεις, που πολλούς – τους περισσότερους- τους αφήνουν τελικά παγερά αδιάφορους.
Μία τέτοια ανάγκη μπορεί αυθεντικά να εκφραστεί μόνο μέσα από το ενιαίο ψηφοδέλτιο στην ανάδειξη των διοικητικών συμβουλίων.
Ακούω με προσοχή τον δογματικό αντίλογο. Την άποψη που υπερασπίζεται την απλή αναλογική στους συνδυασμούς με συμμετοχή στις κατανομές των υπολοίπων.
Αυτή η άποψη, που σπεύδω να πω ότι σέβομαι και την ιστορικότητά της και αυτούς που την εκφράζουν, υποστηρίζει πως για την όποια παθογένεια παρατηρείται στη δυνατότητα εκλογής κάποιων που ευκαιριακά εκμεταλλεύονται τον στενό κύκλο κάποιων συμμετεχόντων στα ψηφοδέλτιά τους και καταφέρνουν να στερήσουν έδρες από συμβούλους με τριπλάσιο πολλές φορές αριθμό ψήφων, δεν φταίει το εκλογικό σύστημα, αλλά περισσότερο ο τρόπος λειτουργίας των οργάνων σε σχέση με τη διαφάνεια, τη συμμετοχή, την συναλλαγή κλπ.
Η άποψη αυτή υιοθετεί ένα μοντέλο συνδικαλιστικό που βασίζεται στην παράταξη , την συσπείρωση και τελικά στην ενός ανδρός αρχή, αφού όλοι γνωρίζουμε ότι το σύστημα τελικά είναι προεδροκεντρικό και η όποια διαφοροποίηση συμβούλου αντιμετωπίζεται σαν αποστασιοποίηση, με την όποια ένταση συνεπάγεται και το όποιο κλίμα προκαλεί.
Η άποψη που υποστηρίζω υιοθετεί το μοντέλο ενός συλλόγου εκ προσωπικοτήτων που τις αναδεικνύει ο κόσμος και όχι οι μηχανισμοί και οι συνεργασίες. Που συγκεντρώνουν την προτίμηση ευρύτερων ιδεολογικοπολιτικών στρωμάτων, αφού έχουν όλοι την δυνατότητα να τους επιλέξουν.
Που τελικά ακόμη και όσοι κατηγορούνται για υφαρπαγή της θέσης του συμβούλου μέσω της δημιουργίας ενός συνδυασμού έχουν κάλλιστα τη δυνατότητα να εκλεγούν, αν το αξίζουν, μέσα από ένα σύστημα, που – υπό προϋποθέσεις βέβαια και αυτό – δίνει ίσες ευκαιρίες.
Και η προϋπόθεση είναι η υιοθέτηση ενός τέτοιου αριθμού στην σταυροδοσία, που θα αποτρέπει τις ευρείες ομαδοποιήσεις.
Κατά την άποψή μου, αυτός ο αριθμός πρέπει να ισούται με τον αριθμό των συμβούλων που εκλέγονται. Όσο διευρύνεται ο αριθμός των σταυρών, τόσο δυσχεραίνεται η αποτελεσματικότητα των «γραμμών».
Τελικά οι δικηγόροι να επιλέγουν οι ίδιοι όλους όσους επιθυμούν να τους εκπροσωπούν,
Προφανώς η προεδρική κάλπη θα αναδείξει τους δύο επικρατέστερους. Οι οποίοι θα αναμετρηθούν στον δεύτερο γύρο αν υπάρξει.
Και ο σεβασμός σε έναν υποψήφιο πρόεδρο, που επέλεξε ικανός αριθμός συναδέλφων, για να τον στείλει στον δεύτερο γύρο, επιβάλλει αυτός να καταλαμβάνει έστω και αν ηττηθεί μία θέση συμβούλου. Την 24η στη σειρά.
Όχι όμως οι υπόλοιποι υποψήφιοι Πρόεδροι, οι οποίοι θα πρέπει να επιλέξουν το ρίσκο της μη εκλογής στην περίπτωση που προτιμήσουν αυτή την κάλπη αντί για την κάλπη των συμβούλων.
Μία τέτοια δυνατότητα αποτελεί κίνητρο σε προσωπικότητες που συγκεντρώνουν υψηλά ποσοστά αποδοχής μεταξύ των συναδέλφων, όχι όμως ικανά – για διάφορους λόγους – να τους εξασφαλίσουν συμμετοχή στον δεύτερο προεδρικό γύρο, να επιλέξουν την αξιοπρεπή εκλογή στο ψηφοδέλτιο των συμβούλων, χωρίς να ασπαστούν την ηγεσία κάποιου που αντίθετα με την πλειοψηφία που διαμορφώνεται κάθε φορά με διάφορα κριτήρια οι ίδιοι δεν αποδέχονται.
Συγχρόνως ο περιορισμένος αριθμός υποψηφίων προέδρων δίνει τη δυνατότητα της καλύτερης προβολής της προσωπικότητας ενός εκάστου και την αντιπαράθεση των θέσεων και των προσόντων, μέσα από διαδικασίες που δεν καταντούν πασαρέλα.
Τουλάχιστον για την Αθήνα η διαδικασία της ημέρας των εκλογών αποτελεί ντροπή, που τιμωρείται από τους συναδέλφους με εξευτελιστικά ποσοστά συμμετοχής, που στον δεύτερο γύρο φτάνουν τα επίπεδα του 40 %.
Δηλαδή ο εκάστοτε εκλεγόμενος πρόεδρος έχει απολαύσει την θετική ψήφο, κάτι περισσότερο από το 20% του συνόλου των συναδέλφων.
Έχουμε όλοι θεσμική ευθύνη να διευκολύνουμε τους συναδέλφους να εκφραστούν. Έστω και αν εκφραστούν εναντίον μας. ενός εκάστου εννοώ.
Δεν υιοθετώ ποτέ να κουνάω το δάκτυλο στους συναδέλφους. Διδάσκομαι και δεν επιχειρώ να διδάξω. Και ακούω τα μηνύματα της πλειοψηφίας για υιοθέτηση ενός νέου μοντέλου, σύγχρονου για τη διεξαγωγή των εκλογών.
Με αξιοποίηση της τεχνολογίας. Με διευκόλυνση στην πρόσβαση στην κάλπη και όχι το μάντρωμα στη στενή είσοδο της οδού Ακαδημίας, μόνο και μόνο για να διευκολυνθεί η δική μου χειραψία με όσο το δυνατόν περισσότερους.
Εγώ στο παρελθόν έχω αρνηθεί, από άποψη, πρακτικές προεκλογικών προωθητικών ενεργειών, διαφήμισης, διανομών χρηστικών εντύπων, αφισοκολλήσεων προσωπικών εικόνων, αλλά είναι μια επιλογή που με αφορά και δεν ενδιαφέρει φαντάζομαι την Ολομέλεια, όμως είμαι βέβαιος ότι την αφορά – μας αφορά – το κύρος που αναδεικνύει για τους εκλεγόμενους μια προεκλογική διαδικασία αξιοπρεπής, ανάλογη της ιστορικότητας των θέσεων που επιδιώκουμε να καταλάβουμε και της ευθύνης μας απέναντι στις παραδόσεις του δικηγορικού σώματος.
Έτσι υποστηρίζω και τη μετάθεση του χρόνου διεξαγωγής των εκλογών από την τελευταία Κυριακή του Φεβρουαρίου, που δυστυχώς συνήθως συμπέφτει με τις εκδηλώσεις των απόκρεων και την Καθαρά Δευτέρα.
Ο καταλληλότερος χρόνος, κατά την άποψή μου, είναι αυτός του τέλους Νοεμβρίου, που απέχει ικανοποιητικά τόσο από την έναρξη του δικαστικού έτους, όσο και από την ανάληψη των καθηκόντων της νέας ηγεσίας την αρχή του επόμενου έτους.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Οι θέσεις που μόλις ανέπτυξα είμαι βέβαιος ότι είναι δημοφιλείς στην μεγάλη πλειοψηφία των εκλογέων δικηγόρων.
Δεν μπορώ να είμαι βέβαιος αν αυτό συμβαίνει και μεταξύ των τάξεων ημών των συνδικαλιζομένων τουλάχιστον στους συλλόγους με μεγάλο αριθμό συναδέλφων.
Αντιλαμβάνομαι όμως ότι, αφού η υιοθέτηση της καθιέρωσης του ενιαίου ψηφοδελτίου τυγχάνει – όπως τουλάχιστον εγώ πληροφορούμαι – της αποδοχής των σημερινών ηγεσιών της πλειοψηφίας των συλλόγων, έχουμε ιστορική ευθύνη σε αυτήν την ευκαιρία της αναθεώρησης του κώδικα να τολμήσουμε.
Ευχαριστώ.